Οι γραπτές αποδείξεις της ύπαρξής της γέφυρας Βέργας αρχίζουν από το 1805 μ.Χ.
Για την ακριβή χρονιά που κτίστηκε η γέφυρα της Βέργας δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία. Δυο αιώνες πιο μετά έχομε γραπτές αποδείξεις ότι η γέφυρα προϋπήρχε και ήταν γνωστή με το όνομά της. Τα υπόλοιπα που γνωρίζομε προέρχονται από τις διηγήσεις των προγόνων μας που έζησαν στην Βέργα. Παρακάτω θα γίνει ανάλυση/καταγραφή τους.
Πρώτα τα γραφτά κείμενα που αρχίζουν μετά το 1800 μ.Χ. Το πρώτο είναι από συμβόλαιο/παραχωρητήριο για κτήματα στην περιοχή. Είναι γραμμένο στα Τουρκικά και έχει ημερομηνία: Οθωμανικό έτος 1220, (Σύμφωνα με το Τούρκικο-Ισλαμικό σύστημα το έτος 1220 αντιστοιχεί στο 1805 μ.Χ. με το Ευρωπαϊκό-σύγχρονο σύστημα χρονολόγησης). Την περιοχή από την Βέργα και κάτω μέχρι τον Αχελώο την νέμονταν πέντε Τούρκοι στρατιωτικοί. (Σπαχήδες). Στο παραχωρητήριο εμφανίζεται η Γέφυρα Βέργας σαν το βόρειο σύνορο του κτήματος «Μαρανέλι-Κουτσοχέρι». Το συμβόλαιο αυτό βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά, όταν με Βασιλικό διάταγμα του Όθωνα 25 Σεπτεμβρίου (7 Οκτωβρίου) 1833 τα μοναστηριακά κτήματα πέρασαν στο Ελληνικό Κράτος. Συγκεκριμένα μέχρι την απελευθέρωση της χώρας το 1829 το τιμάριο «Μαρανέλι-Κουτσοχέρι» της Μονής της Παναγίας Βαρετάδας το διακατείχαν οι πέντε Τούρκοι Σπαχήδες στους οποίους είχε παραχωρηθεί η περιοχή αυτή σαν αντάλλαγμα για τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες προς τον Σουλτάνο. Οι Σπαχήδες ανάθεσαν την εκμετάλλευση/καλλιέργεια σε ντόπιους. Έβαλαν υπεύθυνο του τιμαρίου τους κάποιον Λινό. Εκείνος εξαφανίστηκε. Το κτήμα παραμελήθηκε και δεν είχε έσοδα. Τότε αυτοί το παραχώρησαν στον Καραγιάννη από την Κεχρινιά για να το αναζωογονήσει και συνέταξαν για αυτόν τον λόγο το ταπί/παραχωρητήριο. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας την πλήρη ιδιοκτησία την είχε το Μοναστήρι της Παναγίας. Με την διάλυση των Μοναστηριών το 1834 τα «βακούφικα» κτήματα περιήλθαν στο Κράτος και τα δημοπράτησε. Άλλα τα έδωσε σαν αποζημίωση στους παλιούς αγωνιστές του 1821, κάποια στις χήρες τους και στα ορφανά και άπορα παιδιά των υπέρ πατρίδας πεσόντων. Για να κατοχυρωθούν τα σύνορα του Τιμαρίου Μαρανέλι έγινε την 28η Μαΐου 1838 από τον διερμηνέα Λ. Αργυρόπουλο μετάφραση από το Τούρκικο ντοκουμέντο του 1805.
Αναλυτικά για το Μαρανέλι και την Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Βαρετάδα και την εκκλησιαστική της περιουσία που χάθηκε επί Βαυαρών, γράφει ο κατ’ εξοχήν ιστορικός συγγραφέας/ερευνητής Νικόλαος Χαρ. Τέλωνας στο πολύτιμο για τον Βάλτο βιβλίο του: «Το Μοναστήρι της Βαρετάδος Βάλτου και ο Ηγούμενος Αγάπιος». Αμφιλοχία 2002.
Το Μαρανέλι νοτίως της κοιλάδας της Γέφυρας Βέργας
Για την ιστορία τα κτήματα παραχωρήθηκαν στους Γιωργουσαίους από την Ρίγανη του Μπονίκεβου (Πετρώνα) για την προσφορά τους στον Εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων το 1821-1829. Ο Κώστας Γεωργούσης επαναστάτης οπλαρχηγός ήταν από τους πολύ λίγους αγωνιστές στην Δυτική Ρούμελη που ανήκαν ψυχή και σώματι στην Φιλική Εταιρεία.
Γιά τους Μπονικεβιάνους Γεωργουσαίους γράφει ο Νικόλαος Χαρ. Τέλωνας τα παρακάτω στο Ιστορικό βιβλίο του για τους Βαλτινούς Αγωνιστές του 1821
Το Μαρανέλι-Κουτσοχέρι δόθηκε στον γιό του Γεώργιο Γεωργούση, πέρασε στον εγγονό του Δημήτρη και μετά στον δισέγγονο Μιλτιάδη Γεωργούση που γεννήθηκε το 1897. Ήταν δεύτερος εξάδελφος της μάνας μου Αθανασίας, (το γένος Τσατσαρώνη), και τα καλοκαίρια της δεκαετίας του 50 και 60 ερχότανε στην Γέφυρα Βέργας από τον Καρβασαρά (Αμφιλοχία) όπου ζούσε με την γυναίκα του. Έμενε σε μας και μου διηγούνταν παλιές ιστορίες για το γεφύρι της Βέργας, και για ιστορικά γεγονότα του Βάλτου. Ήταν ο τελευταίος των Μπονικεβιάνων Γεωργουσαίων. (Ο Μπονίκεβος μετονομάστηκε σε Πετρώνα το 1928 σύμφωνα με το ΦΕΚ 81 της 14ης Μαΐου 1928).
Μετά τον θάνατό του Μιλτιάδη Γεωργούση στην δεκαετία του 70, τα ανίψια του-δεν άφησε απογόνους-πούλησαν τα χιλιάδες στρέμματα δασών-βοσκοτόπων και καλλιεργήσιμων κτημάτων.
Ακόμη γιά τους Γεωργουσαίους γράφει ο Kώστας Δ. Αβραάμ τα παρακάτω στο Ιστορικό βιβλίο του "Ρουμελιώτες Αγωνιστές του Είκοσιένα" Εκδόσεις Πέτρος Δ. Καραβάκος-Αθήνα 1957
Και ο Γεώργιος Μιλτ. Τσατσάνης γράφει γιά τους Γεωργουσαίους στο4τομο έργο του "Δυτικορουμελιώτες Αγωνιστές του 1821" Εκδόσεις Βεργίνα-Αθήνα 2005
Συνεχίζεται.